ἡ, poet. for ἀκρόπολις, q.v.
[Seite 84] poet. für -πολις, z. B. Aesch. Sept. 222.
ἀκρόπτολις: ἡ, ποιητ. ἀντὶ ἀκρόπολις.
v. ἀκρόπολις.