Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!
αγγουρόνερο
Greek Monolingual
το ο χυμός του αγγουριού που χρησιμοποιείται ως καλλυντικό του προσώπου. Έχει την ιδιότητα να τονώνει και να λευκαίνει το δέρμα και, ιδιαίτερα, να σφίγγει τους πόρους (βλ. και αγγούρι). [ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ<αγγούρι+νερό].