βαστακτοῦ, ὁ, bearer, porter, Glossaria.
-οῦ, ὁ portador, Gloss.2.256.
[Seite 438] ὁ, Lastträger?
βαστακτής: -οῦ, ὁ, ὁ βαστάζων, ἀχθοφόρος, Γλωσσ.