βλήτειρα
English (LSJ)
Spanish (DGE)
-ας, ἡ
lanzadora, flechadora de Ártemis ὑμνῆσαι ταχέων τ' Ὦπιν βλήτειραν ὀϊστῶν Alex.Aet.4.5.
German (Pape)
Greek (Liddell-Scott)
βλήτειρα: ἡ, ἡ ῥίπτουσα, ἐξακοντίζουσα, ὀϊστῶν Ἄλεξ. Αἰτωλ. ἐν Macr. Sat 5. 22.
-ας, ἡ
lanzadora, flechadora de Ártemis ὑμνῆσαι ταχέων τ' Ὦπιν βλήτειραν ὀϊστῶν Alex.Aet.4.5.
βλήτειρα: ἡ, ἡ ῥίπτουσα, ἐξακοντίζουσα, ὀϊστῶν Ἄλεξ. Αἰτωλ. ἐν Macr. Sat 5. 22.