pf. part. Pass. of διΐημι.
v. διΐημι.
διαειμένος: μετοχ. παθ. πρκμ. τοῦ διΐημι.
διαειμένος: μτχ. Παθ. παρακ. του διΐημι.
διαειμένος ptc. perf. med. van διίημι.