διαλυτέον

English (LSJ)

one must dissolue, φιλίαν Arist.EN1165b17.

Spanish (DGE)

1 hay que poner fin a la amistad, Arist.EN 1165b17.
2 hay que disolver τὸν ... σύλλογον Gr.Naz.M.36.452C.
3 hay que resolver ταῦτά σοι δ. ref. a cuestiones matemáticas, Plu.2.428b, τὸ ἔνατον τῶν ἀπόρων Simp.in Ph.638.17.
4 hay que pagar, hay que devolver καθάπερ οὖν ἐπὶ ῥητοῖς εὐεργετηθέντα Arist.EN 1163a6.

Greek (Liddell-Scott)

διαλῠτέον: ῥημ. ἐπιθ., πρέπει τις νὰ διαλύσῃ, φιλίαν Ἀριστ. Ἠθ. Ν.9.3,3.

Greek Monotonic

διαλῠτέον: ρημ. επίθ., πρέπει να διαλύσουμε, φιλίαν, σε Αριστ.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

διαλυτέον, adj. verb. van διαλύω men moet beëindigen.