διανύτω

English (LSJ)

v. διανύω.

Spanish (DGE)

• Prosodia: [-ῡ-]
recorrer s. cont., S.Fr.314.70, ἃ ... οἱ πόδες διανύτουσι X.Mem.2.4.7.

German (Pape)

[Seite 593] = folgdm, Xen. Mem. 2, 4, 7.

Russian (Dvoretsky)

διανύτω: = διανύω.