διαπέφλοιδεν

English (LSJ)

διακέχυται, and διαπέφρυδεν· χαίρει, διακέχυται, Hsch. διαπεφρυκέναι· διεσκέφθαι, καὶ καθεωρακέναι, Id.

Spanish (DGE)

διακέχυται Hsch.