διαρραψῳδέω

Spanish (DGE)

declamar, recitar πάντα ... τοῦ λόγου ψευδῆ καὶ βλάσφημα ... διερραψῴδησε Gr.Nyss.Eun.1.94, en v. pas. Gr.Nyss.Apoll.196.30.