διατεκταίνω
Spanish (DGE)
crear totalmente, construir λόγον Cyr.Al.M.71.785B
•en v. med. mismo sent., esp. ref. a la Creación (Θεός) ὃς τόδε τὸ σύμπαν διετεκτήνατο Cyr.Al.M.71.696B, cf. 69.17B, 876B, Hsch.s.u. διετεκτήνατο.
crear totalmente, construir λόγον Cyr.Al.M.71.785B
•en v. med. mismo sent., esp. ref. a la Creación (Θεός) ὃς τόδε τὸ σύμπαν διετεκτήνατο Cyr.Al.M.71.696B, cf. 69.17B, 876B, Hsch.s.u. διετεκτήνατο.