διστιχής

English (LSJ)

διστιχές, = δίστιχος, ὀδόντες Ar. Byz.Epit.120.9.

Spanish (DGE)

-ές
dispuesto en dos filas ὀδόντες Ar.Byz.Epit.120.9, Ael.Prom.58.12.