aor. 2 inf. Act. of τίθημι.
inf. ao.2 de τίθημι;inf. ao. de θείνω.
θεῖναι:I inf. aor. 2 к τίθημι.II inf. aor. 1 к θείνω.
θεῖναι: ἀπαρ. ἐνεργ. ἀορ. β΄ τοῦ τίθημι. ΙΙ. ἀπαρ. ἀορ. α΄ τοῦ θείνω.
see τίθημι.
θεῖναι:I. απαρ. αορ. βʹ του τίθημιII. αόρ. αʹ απαρεμφ. του θείνω.