θυμβρίτης

English (LSJ)

[ῑ] οἶνος, ὁ, wine flavoured with savory, Dsc.5.50.

German (Pape)

[Seite 1223] οἶνος, mit Thymbra abgezogener Wein, Diosc.

Greek (Liddell-Scott)

θυμβρίτης: οἶνος, ὁ, οἶνος παρεσκευασμένος μετὰ θύμβρας, Διοσκ. 5. 60.