κατεναντία
English (LSJ)
Adv., = κατεναντίον.
German (Pape)
[Seite 1395] = Folgdm; Ap. Rh. 2, 1115; Maneth. 6, 157.
Greek Monolingual
κατεναντία (Α)
επίρρ. κατεναντίον.
Adv., = κατεναντίον.
[Seite 1395] = Folgdm; Ap. Rh. 2, 1115; Maneth. 6, 157.
κατεναντία (Α)
επίρρ. κατεναντίον.