κεφαλαιοκρατία
Greek Monolingual
η
(κοινωνιολ.-οικον.)
1. το οικονομικό και κοινωνικο ουστημα του καπιταλισμού
2. το σύνολο τών κεφαλαιούχων.
η
(κοινωνιολ.-οικον.)
1. το οικονομικό και κοινωνικο ουστημα του καπιταλισμού
2. το σύνολο τών κεφαλαιούχων.