Open main menu
Home
Random
Log in
Settings
About LSJ
Disclaimers
LSJ
Search
Ask at the forum if you have an
Ancient
or
Modern
Greek query!
λοισθώνη
Watch
Edit
English (LSJ)
ἡ
θρασεῖα
, Suid.
Greek Monolingual
λοισθώνη
(Α)
(
κατά
το λεξ.
Σούδα
) «ἡ θρασεῖα».
[
ΕΤΥΜΟΛ.
Πιθ. παρ. του
λοῖσθος
(I)].