μαγνήτινος

Spanish

hecho de imán, de magnetita

Greek Monolingual

μαγνήτινος, -ίνη, -ον (Α) μαγνήτης
κατασκευασμένος από μαγνήτη.

Léxico de magia

-ον hecho de imán, de magnetita βάλε δὲ ἐν τῇ κοιλίᾳ αὐτοῦ καρδίαν μαγνητίνην en el hueco (de la figura) introduce un corazón de magnetita P IV 3142