μεζόνως

English (LSJ)

v. μέγας C.

German (Pape)

[Seite 111] ion. = μειζόνως, Her. 3, 128.

French (Bailly abrégé)

ion. c. μειζόνως.

Russian (Dvoretsky)

μεζόνως: Her. = μειζόνως.