μελιττοτρόφος

English (LSJ)

Attic for μελισσοτρόφος.

French (Bailly abrégé)

att. c. μελισσοτρόφος.

Greek Monolingual

μελιττοτρόφος, -ον (Α)
(αττ.τ.) βλ. μελισσοτρόφος.

German (Pape)

Att. = μελισσοτρόφος.