later for μητίετα.
[Seite 178] ὁ, unmittelbar von μῆτις abgeleitet, der Ratgeber, der Kluge, Hesych., s. Vor.
μητιέτης, ὁ (Α)μητίετα.[ΕΤΥΜΟΛ. < μῆτις (Ι) (βλ. λ. μητίετα)].