Open main menu
Home
Random
Log in
Settings
About LSJ
Disclaimers
LSJ
Search
Ask at the forum if you have an
Ancient
or
Modern
Greek query!
νάρναξ
Watch
Edit
English (LSJ)
κιβωτός
,
Hsch.
(cf.
λάρναξ
).
Greek Monolingual
νάρναξ
(Α)
(
κατά
τον
Ησύχ.
)
«
κιβωτός
».
[
ΕΤΥΜΟΛ.
Βλ. λ.
λάρναξ
.