ξῦ

English (LSJ)

v. ξεῖ.

Greek Monolingual

ξι και ξει, το (Α ξῖ και ξεῖ και ξῦ)
άκλ. το δέκατο τέταρτο γράμμα του ελληνικού αλφαβήτου.
[ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. εγκυκλ. λ. Ξ, ξ].