Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!
πεζόβολος
Greek Monolingual
ο, και πεζόβολο και μπεζόβολο, το (αλιευτ.)είδος αλιευτικού διχτιού που έχει μορφή κώνου και χρησιμοποιείται κυρίως στα ρηχά νερά. [ΕΤΥΜΟΛ.< αρχ. πέζα «αλιευτικό δίχτυ» + -βόλος (<βάλλω)].