πεντατάλαντος

English (LSJ)

πεντατάλαντον, v. πεντετάλαντος.

German (Pape)

[Seite 557] fünf Talente schwer, auch πεντετάλαντος geschrieben, w. m. s.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
de cinq talents.
Étymologie: πέντε, τάλαντον.

Greek (Liddell-Scott)

πεντατάλαντος: -ον, ἴδε πεντετ-.

Greek Monolingual

-ον Α
βλ. πεντετάλαντος.