πορτί

English (LSJ)

v. προτί.

German (Pape)

[Seite 686] kretisch statt des dorischen προτί, = πρός, Inscr. Vgl. Koen Greg. Cor. p. 238.

Greek (Liddell-Scott)

πορτί: ἴδε ἐν λ. προτί.

Greek Monolingual

(I)
τὸΑ
(κρητ. τ.) βλ. προς.
(II)
το, Ν πόρτα
μικρή πόρτα.

Greek Monotonic

πορτί: βλ. προτί.