τίτανις
English (LSJ)
[τῐ], εως, ἡ, = τίτανος, Lycus ap.Orib.9.42.1 codd., Adam. Vent.37, Alex.Trall.9.3.
German (Pape)
[Seite 1120] ἡ, = τίτανος, Alex. Trall.
Greek (Liddell-Scott)
τίτανις: -εως, ἡ, = τίτανος, Ἀλέξ. Τραλλ. 8, σ. 471· 10, 1· 12, σ. 715.
Greek Monolingual
-άνεως, ἡ, Α
βλ. τίτανος.