τετρακόρη

English (LSJ)

ἡ, a name of Persephone (Κόρη), Epigr.Gr.406.11 (Iconium).

Greek (Liddell-Scott)

τετρακόρη: ἡ, ἐπώνυμον τῆς Περσεφόνης (Κόρη), Συλλ. Ἐπιγρ. 4000. 15.