φέρενα

English (LSJ)

Aeol. = φερνή, Hdn.Gr.2.939, EM790.43.

Greek (Liddell-Scott)

φέρενα: ἡ, Αἰολ. = φερνή, Ἡρῳδιαν. Περὶ μον. λέξεων σελ. 33, 28.

Greek Monolingual

ἡ, Α
(αιολ.τ.) βλ. φερνή.