φρήτριος

English (LSJ)

v. φράτριος.

Greek (Liddell-Scott)

φρήτριος: -η, -ον, Ἰων. ἀντὶ φράτριος.

Greek Monolingual

-ον, Α
ιων. τ. βλ. φράτριος.

Greek Monotonic

φρήτριος: -η, -ον, Ιων. αντί φράτριος.

German (Pape)

ion. = φράτριος.