φρίκια
German (Pape)
[Seite 1306] τά, u. φρικίαι, αἱ, Fieberschauer, Diosc.
Greek (Liddell-Scott)
φρίκια: τά, καὶ φρικία, ἡ, ἀνατριχιάσματα ἐκ ῥίγους, Διοσκ. 4. 14., 1. 181.
[Seite 1306] τά, u. φρικίαι, αἱ, Fieberschauer, Diosc.
φρίκια: τά, καὶ φρικία, ἡ, ἀνατριχιάσματα ἐκ ῥίγους, Διοσκ. 4. 14., 1. 181.