Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!
φυγός
Greek Monolingual
ο, Ν 1.φυγάς· 2.παροιμ. «του φυγού η μάννα δεν κλαίει» — δηλώνει ότι αυτός που αποφεύγει τους κινδύνους είναι προφυλαγμένος από ατυχήματα ή συμφορές. [ΕΤΥΜΟΛ. Μεταπλασμένος τ. της λ. φυγάςκατά τα αρσ. σε -ος].