φυλλάριον
English (LSJ)
τό, Dim. of φύλλον, Inscr.Délos1441 Aii 67 (ii B. C.), Dsc.1.4, 3.158: metaph., φυλλάρια.. τὰ τεκνία σου M.Ant.10.34.
German (Pape)
[Seite 1315] τό, dim. von φύλλον, Blättchen, Diosc.
Greek (Liddell-Scott)
φυλλάριον: τό, ὑποκορ. τοῦ φύλλον, Διοσκ. 3. 176· ― μεταφoρ., Μᾶρκ. Ἀντων. 10. 34.