χειρονομῶ
Mantoulidis Etymological
(=κουνῶ τά χέρια ρυθμικά). Ἀπό τό χειρονόμος → χείρ + νέμω, ὅπου δές γιά περισσότερα παράγωγα, καθώς καί στή λέξη χείρ.
(=κουνῶ τά χέρια ρυθμικά). Ἀπό τό χειρονόμος → χείρ + νέμω, ὅπου δές γιά περισσότερα παράγωγα, καθώς καί στή λέξη χείρ.