Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!
ωροσκόπιο
Greek Monolingual
το / ὡροσκόπιον, ΝΑ ὡροσκόπος νεοελλ. διάγραμμα της θέσης τών πλανητών και τών ζωδίων στον ουρανό κατά τη γέννηση ενός ατόμου για την πρόβλεψη του μέλλοντός του από τους αστρολόγους αρχ. ὡροσκοπεῖον.