ἀλφινία

English (LSJ)

ἡ, = λεύκη (Perrhaeb.), Hsch.

Spanish (DGE)

-ας, ἡ lepra A.Fr.311.

Greek (Liddell-Scott)

ἀλφινία: «ἡ λεύκη, Περραιβοί», Ἡσύχ.