τό, gargle, Hp.Morb.2.26.
-ου, τό gargarismo ἀ. ... ποιέειν Hp.Morb.2.26.
[Seite 182] τό, sc. φάρμακον, Gurgelwasser, Hippocr.
ἀναγαργάριστον: καὶ -λικτον, τό, φάρμακον διὰ γαργάραν Ἱππ. 569. 53, κτλ.