ἀναποδιστικός

English (LSJ)

ἀναποδιστική, ἀναποδιστικόν, retrograde, in retardation, Vett.Val.182.31; ἀναποδιστικοὶ ἀστέρες Cat.Cod. Astr. 1.133.23.

Spanish (DGE)

-ή, -όν
astrol. retrógrado de planetas, Vett.Val.182.31, cf. Ptol.Tetr.3.4.7, ἀστέρες Cat.Cod.Astr.1.133.