ἀντιμεσουράνημα

English (LSJ)

-ατος, τό, opposite meridian, S.E.M.5.12, Ptol.Tetr.201; name of the fourth τόπος in a 'nativity', Paul.Al.L.3.

Spanish (DGE)

-ματος, τό
1 astr.
1 nadir S.E.M.5.12, Ptol.Tetr.4.9.13.
2 astrol. como n. del cuarto τόπος o fondo del cielo τὸ δὲ τέταρτον ἀπὸ ὡροσκόπου καλεῖται ὑπόγειον καὶ ἀντιμεσουράνημα Paul.Al.56.2
meridiano opuesto, Cat.Cod.Astr.8(1).224.

German (Pape)

[Seite 255] τό, das Kulminiren auf der entgegengesetzten Seite des Himmels, Sext. Emp.

Greek (Liddell-Scott)

ἀντιμεσουράνημα: τό, τὸ ἀντίθετον μεσουράνημα, δηλ. ὁ ἀντίθετος μεσημβρινός, Σέξτ. Ἐμπ. Μ. 5. 12.

Russian (Dvoretsky)

ἀντιμεσουράνημα: ατος τό противоположный меридиан Sext.