ἀνωτέρωθεν
English (LSJ)
Adv. from above, from a higher place, Hp.Oss.5.
Spanish (DGE)
adv. desde arriba ἄλλη [φλὲψ] ... ἀποσχίζεται Hp.Oss.5.
Greek (Liddell-Scott)
ἀνωτέρωθεν: ἐπίρρ., ἐξ ἀνωτέρου μέρους, Ἱππ. 275. 3.
Greek Monolingual
ἀνωτέρωθεν επίρρ. (Α)
από ψηλότερο μέρος.