ἀπαρτικός

English (LSJ)

ready to go, πρὸς ἄπαρσιν καὶ ἀποδημίαν ἕτοιμος, Hsch.

Spanish (DGE)

-όν apto para ponerse en marcha Hsch.

Greek (Liddell-Scott)

ἀπαρτικός: «πρὸς ἄπαρσιν καὶ ἀποδημίαν ἕτοιμος» Ἡσύχ.