ἀποιστέον

English (LSJ)

perferendum, Glossaria.

Spanish (DGE)

perferendum, Gloss.2.237.

Greek (Liddell-Scott)

ἀποιστέον: ῥηματ. ἐπίθ. τοῦ ἀποφέρω, πρέπει τις νὰ ἀποφέρῃ, ἀποκομίσῃ, ἀφαιρέσῃ, Γλωσσ.

German (Pape)

ab ἀποίσω, fut. zu ἀποφέρω.