ἀποκαταψύχω

English (LSJ)

[ῡ], cool, Gal.11.555.

Spanish (DGE)

refrescar, enfriar abs. Gal.11.555.

German (Pape)

[Seite 306] abkühlen, Galen.

Greek (Liddell-Scott)

ἀποκαταψύχω: ψυχραίνω, Γαλην. τ. 13. σ. 63.

Greek Monolingual

ἀποκαταψύχω (Α)
καταψύχω εντελώς, παγώνω.