ἀπολάβειον

English (LSJ)

[λᾰ], τό, clamp, holdfast, Ph.Bel.61.15.

Spanish (DGE)

-ου, τό grapa Ph.Bel.61.15.

German (Pape)

[Seite 310] τό, Werkzeug zum Auffassen u. Halten der Taue, Mathem.

Greek (Liddell-Scott)

ἀπολάβειον: τό, ἐργαλεῖον δι’ οὗ λαμβάνονται καὶ κρατοῦνται τὰ στοιχεῖα, Φίλ. Βελοπ. σ. 61, 15.