ἀπομειόομαι

Spanish (DGE)

disminuir ὅσον ἐὰν λάβῃς, οὐκ ἀπομειοῦνται τὸ ῥεῦμα Basil.M.31.1484A, en v. pas. τὰ τέλη ἀπομειωθῆναι IEphesos 38.7 (V d.C.).