ἀργυρόθρονος

English (LSJ)

ἀργυρόθρονον, silver-throned, Ἥρα Him.Or.1.20 (Sapph.133).

Spanish (DGE)

-ον la del trono de plata epít. de Hera, Him.9.20.

Greek (Liddell-Scott)

ἀργῠρόθρονος: -ον, ἀργυροῦν ἔχων θρόνον, Ἥρα Ἱμέρ. σ. 364.

Greek Monolingual

ἀργυρόθρονος, η (Α)
αυτή που κάθεται σε αργυρό θρόνο («ἀργυρόθρονος Ἥρα»).

German (Pape)

auf silbernem Throne, Sp.