ἀφικετεύω

Spanish (DGE)

suplicar ἱκέσιος ... ἀφικέτευεν ἐς [ἀρχε] πολίαν καὶ τριφυλίαν SEG 9.72.132 (Cirene IV a.C.), tb. en v. med. ἐπὶ ἱαρῶν παρίμεν τὸν ἀφικετευόμενον τῶν δαμοτελ έων SEG 9.72.138.