ἁδήσω

English (LSJ)

v. sub ἁνδάνω.

French (Bailly abrégé)

f. de ἁνδάνω.

Russian (Dvoretsky)

ἁδήσω: fut. к ἁνδάνω.

Greek (Liddell-Scott)

ἁδήσω: ἴδε ἐν λ. ἁνδάνω.

Greek Monotonic

ἁδήσω: μέλ. του ἁνδάνω.