Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!
Doric for ἡμέριος.
v. ἡμέριος.
dor. c. ἡμέριος.
dor. für ἡμέριος, Eur.
ἁμέριος: (ᾱ) дор. Soph., Eur. = ἡμέριος.
ἁμέριος: Δωρ. ἀντὶ ἡμέριος.
ἁμέριος: Δωρ. αντί ἡμέριος.