Ἀφροδίσια

English (LSJ)

[δῑ], τά, v. Ἀφροδίσιος.

Russian (Dvoretsky)

Ἀφροδίσια: τά праздник в честь Афродиты Xen., Luc.

Greek (Liddell-Scott)

Ἀφροδίσια: -ων, τά, ἴδε Ἀφροδίσιος.

Greek Monotonic

Ἀφροδίσια: -ων, τά, βλ. Ἀφροδίσιος.

English (Woodhouse)

(see also: Ἀφροδίσιος) feast of Aphrodite