ἐλεφαντοφανής

English (LSJ)

ἐλεφαντοφανές, like ivory, ὀδόντες Eust.1877.42.

Spanish (DGE)

-ές marfileño ὀδόντες Eust.1877.42.

German (Pape)

[Seite 797] ές, wie ein Elephant erscheinend, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

ἐλεφαντοφανής: -ές, ὁ φαινόμενος ὡς ἐλέφας (δηλ. ὡς ὀδοὺς ἐλέφαντος), Εὐστ. Ὀδ. 1877, 42.